Εισήγηση κ. Ευθύμιου Ο. Βιδάλη στην Ημερίδα Διαβούλευσης με θέμα: «Ελλάδα Φιλική στις Επενδύσεις: Κρίσιμες Παρεμβάσεις στο Επιχειρηματικό Περιβάλλον»

Εισήγηση κ. Ευθύμιου Ο. Βιδάλη,
Προέδρου του Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη
και Γενικού Γραμματέα Δ.Σ. ΣΕΒ

Ημερίδα Διαβούλευσης με θέμα:
«Ελλάδα Φιλική στις Επενδύσεις: Κρίσιμες Παρεμβάσεις στο Επιχειρηματικό Περιβάλλον»
Ξενοδοχείο Divani Caravel
5 Νοεμβρίου 2015

Κυρίες και Κύριοι καλησπέρα σας,

Θα ήθελα και εγώ να  ευχαριστήσω όλους για την παρουσία σας και ιδιαίτερα τα εκλεκτά μέλη του panel με τους οποίους είμαι σίγουρος οτι θα έχουμε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση.  Ο κ. Γιώτης και εγω, εκ μέρους του ΣΕΒ, θα θέλαμε να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσία και τη συμμετοχή στη συζήτηση που θα κάνουμε, της Υφυπουργού κας Τζάκρη, της Γενικής Γραμματέως κας Μπαριτάκη απο την Εκτελεστική εξουσία  και της Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας  κας Σακελλαροπούλου απο την Δικαστική εξουσία. Η παρουσία σας μας χαροποιεί ιδιαίτερα, Σε αυτή την κρίσιμη περίοδο, που όλοι  αγωνιζόμαστε για την πολυπόθητη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας μας, ο επoικοδομητικός και καλόπιστος διάλογος μεταξύ της Πολιτείας και του επιχειρηματικού κόσμου μας είναι απολύτως αναγκαίος.

 Οπως γνωρίζετε, η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης αφορά πολλαπλές και δύσκολες σταθμίσεις ανάμεσα στους τρεις πυλώνες της, δηλαδή την οικονομική βιιωσιμότητα, την κοινωνική συνοχή και την περιβαλλοντική φροντίδα.  Σταθμίσεις οι οποίες καλούνται να ισορροπήσουν αντικρουόμενες, τουλάχιστον φαινομενικά, θέσεις και συμφέροντα. Και τέτοιες σταθμίσεις δεν μπορούν να γίνουν χωρίς διάλογο.  Χωρίς διάλογο δεν μπορούν επίσης, να αρθούν οι εκκρεμότητες, οι ασάφειες και οι αβεβαιότητες που δυστυχώς αφθονούν.

Κατά τη γνώμη μας, το βασικό ζητούμενο για μια βιώσιμη ανάπτυξη στη χώρα μας είναι οι επενδύσεις και δη του ιδιωτικού τομέα.  Για να δημιουργηθεί, όμως  το κατάλληλο κλίμα που θα ενθαρρύνει τους επενδυτές, Ελληνες και διεθνείς, να επενδύσουν στην πραγματική οικονομία και όχι μονο με χρηματιστηριακά εργαλεία, πρέπει να δημιουργήσουμε τις προυποθέσεις που θα ελαχιστοποιούν την αβεβαιότητα.
 
Ο διάσημος οικονομολόγος και συγγραφέας Sir Nicolas Stern, ο οποίος με το Stern Review του 2006 ποσοτικοποίησε το υψηλό κόστος και τον κίνδυνο της αναβλητικότητας του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής,  στο φετινό του καινούργιο του βιβλίο του 2015, “WHY ARE WE WAITING”, εν όψει του COP21 το Δεκέμβριο στο Παρίσι, πέραν του να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου της κλιματικής αλλαγής για άλλη μια φορά, παροτρύνει τις Κυβερνήσεις να υιοθετήσουν συγκεκριμένα μέτρα και πολιτικές για να κατευθύνουν τις απαραίτητες σε παγκόσμιο επίπεδο ιδιωτικές επενδύσεις.  Πολύ χαρακτηριστικά γράφει, «investment is threatened by government induced risk”, ότι δηλαδή οι επενδύσεις απειλούνται απο το ρίσκο που προξενούν  οι Κυβερνήσεις, και συνεχίζει, «Risk and uncertainty will always be present, but governments can and should design and implement policies to reduce uncertainty” δηλαδή, ρίσκο και αβεβαιότητα θα υπάρχoυν πάντοντε, αλλά οι Κυβερνήσεις μπορούν και οφείλουν να σχεδιάσουν πολιτικές που θα μειώνουν την αβεβαιότητα.
Στη χώρα μας, μεταξύ πολλών εμποδίων για την επιχειρηματικότητα, καθοριστικό ανασχετικό παράγοντα για κάθε νέα παραγωγική δραστηριότητα, συνιστούν οι πολλαπλές δυσκολίες που  είναι συνυφασμένες με τις διαδικασίες χωροθέτησης και αδειοδότησής της.

Πιο συγκεκριμένα, το υφιστάμενο στη χώρα χωροταξικό έλλειμμα, συνδυαζόμενο και με την απουσία καθεστώτος χρήσεων γης, αποτελεί κύριο παράγοντα αβεβαιότητας για τον σχεδιασμό επενδύσεων. Παράλληλα, η συνεπαγόμενη ανασφάλεια δικαίου έχει προκαλέσει κατά καιρούς σημαντικά προβλήματα, ακυρώνοντας ακόμα και ήδη δρομολογημένες επενδυτικές πρωτοβουλίες παρά το γεγονός ότι αυτές είχαν αδειοδοτηθεί.

Για τον λόγο αυτό, ως βιομηχανία κρίνουμε επιτακτική την εγκατάσταση σαφών χωροταξικών κανόνων, μέσα από την ενεργοποίηση του θεσμοθετημένου ήδη από την περασμένη δεκαετία χωροταξικού πλαισίου που την αφορά. Επίσης, θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντική τη δημιουργία οργανωμένων χώρων υποδοχής -επιχειρηματικών πάρκων με άλλα λόγια- δεδομένου ότι αυτά, λόγω οικονομιών κλίμακας, απλούστευσης αδειοδοτικών διαδικασιών και ασφάλειας δικαίου, αποτελούν μία ιδιαίτερα κρίσιμη τυπολογική περίπτωση βιομηχανικών χρήσεων γης, συμβάλλοντας,  μεταξύ άλλων:

  • στη μείωση των εκτάσεων που καταλαμβάνονται, τόσο για την εγκατάσταση των επιχειρήσεων όσο και για την κατασκευή των υποστηρικτικών υποδομών,
  • στη βελτίωση του κόστους λειτουργίας και συντήρησης όλων αυτών,
  • στον καλύτερο έλεγχο της τήρησης των περιβαλλοντικών όρων των επιχειρήσεων.

Θεωρούμε δε, στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερα σημαντικά:

  • πρώτον, τη συμπλήρωση και βελτίωση της υφιστάμενης νομοθεσίας για τα επιχειρηματικά πάρκα, που μεταξύ άλλων αφορούν στους χρόνους αδειοδότησης των επιχειρηματικών πάρκων, στα θέματα διαχείρισής τους, σε ζητήματα εξυγίανσης και ανάπτυξης των άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων, καθώς και στη δυνατότητα ανακήρυξης των γηπέδων  μεγάλων μεμονωμένων μονάδων σε επιχειρηματικά πάρκα,
  • και δεύτερον, την εκπόνηση και υλοποίηση προγραμμάτων για ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών πάρκων ή για συμπλήρωση υποδομών στα ήδη υφιστάμενα.

Πέρα από τα συνυφασμένα με τη χωροθέτηση, αβέβαιες, χρονοβόρες και δαπανηρές εξακολουθούν να παραμένουν οι διαδικασίες αδειοδότησης. Είναι αλήθεια ότι η ενεργοποίηση του νόμου 4014 του 2011 έχει επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης, διασφαλίζοντας την περιβαλλοντική προστασία, σε συνδυασμό με την ελάφρυνση των διαδικασιών και τη σύντμηση των απαιτούμενων χρόνων. Όπως προκύπτει δε από έκθεση επιπτώσεων που εκπονήθηκε πέρυσι από το Παρατηρητήριο του ΣΕΒ για το επιχειρηματικό περιβάλλον, οι επιδόσεις του συστήματος έχουν φθάσει πλέον να είναι συγκρίσιμες με τις αντίστοιχες άλλων χωρών της Ε.Ε.  

Την ίδια στιγμή, όμως, έχει καθυστερήσει και γ΄αυτό επείγει η πλήρης ενεργοποίηση του νέου θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης που αφορά την εγκατάσταση και λειτουργία των επιχειρήσεων, του νόμου δηλαδή  4262 του 2014, ο οποίος συνιστά κορυφαία μεταρρύθμιση ως προς τις σχετικές διαδικασίες. Κύριο θετικό στοιχείο αυτού του νόμου αποτελεί η δήλωση συμμόρφωσης του αδειοδοτούμενου σε συγκεκριμένες προδιαγραφές και δεσμεύσεις και ο εκ των υστέρων έλεγχος από την Πολιτεία, με τη συνδρομή διαπιστευμένων ελεγκτικών φορέων για διαπίστωση της τήρησης των δηλωθέντων. Κρίνονται κατά συνέπεια επιβεβλημένα, αφενός, η άμεση ενεργοποίηση των προβλεπόμενων από το συγκεκριμένο νόμο για τις βιομηχανικές δραστηριότητες, αφετέρου δε, ο συντονισμός των ενεργειών για εναρμόνιση των αδειοδοτικών διαδικασιών και των υπολοίπων Υπουργείων με τις διατάξεις  αυτού του νόμου πλαισίου.

Ένα άλλο ζήτημα στο οποίο θα ήθελα να αναφερθώ αφορά το σύστημα εποπτείας και ελέγχων, η αποτελεσματική λειτουργία του οποίου αποτελεί βεβαίως υποχρέωση της Πολιτείας. Ένα τέτοιο σύστημα, είναι όχι μόνο αναγκαίο για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης των επιχειρήσεων στις αδειοδοτικές διαδικασίες, αλλά αποτελεί και εργαλείο απαραίτητο για τη διασφάλιση της ασφάλειας και της υγείας των καταναλωτών, της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς και των συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού. Όμως, η λειτουργία  του όλου πλέγματος εποπτείας και ελέγχων, θα πρέπει να έχει ως γνώμονα την κατά το δυνατόν μικρότερη επιβάρυνση των επιχειρήσεων και του τρόπου με τον οποίο παράγονται και διακινούνται τα προϊόντα. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι συμμορφούμενες επιχειρήσεις δεν επιβαρύνονται από τον έλεγχο, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν ήδη ενσωματώσει στη λειτουργία τους αυστηρές διαδικασίες αυτοελέγχου. Η ζημιά που υφίστανται οι συμμορφούμενες επιχειρήσεις οφείλεται στο έλλειμμα αντίστοιχων ελέγχων σε ανταγωνιστές, οι οποίοι  δεν τηρούν τις όποιες υποχρεώσεις συμμόρφωσης. Η μη συμμόρφωση συνιστά σοβαρότατη στρέβλωση του υγιούς ανταγωνισμού και για τον λόγο αυτό θα βρεθούμε αρωγοί σε οποιαδήποτε προσπάθεια καταβάλει η Πολιτεία για συστηματοποίηση και βελτιστοποίηση των σχετικών διαδικασιών.

Είναι αλήθεια ότι το ελληνικό σύστημα εποπτείας και ελέγχου χαρακτηρίζεται από μακροχρόνιες παθογένειες που περιορίζουν την αποτελεσματικότητά του. Αν και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει προσπάθειες βελτίωσης του τρόπου οργάνωσης και εκτέλεσης του ελεγκτικού έργου, περιορισμοί που αφορούν στη χρηματοδότηση και στελέχωση των αρμόδιων υπηρεσιών έχουν οδηγήσει σε μείωση των ελέγχων και μάλιστα σε μία περίοδο που είναι περισσότερο αναγκαίοι παρά ποτέ.

Για τον λόγο αυτό είναι αναγκαία μία συνολική μεταρρύθμιση του όλου συστήματος, από τον τρόπο οργάνωσης και συντονισμού των υπηρεσιών ελέγχου, μέχρι τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται για επιλογή των προς έλεγχο περιπτώσεων. Ήδη ο ΣΕΒ ανέλαβε πρωτοβουλία τους τελευταίους μήνες και εκπόνησε ολοκληρωμένη μελέτη για τον έλεγχο και την εποπτεία. Η μελέτη αυτή αποτέλεσε αντικείμενο διαβούλευσης κατά το πρώτο μέρος της εκδήλωσης, την οποία και θα υποβάλλουμε μετά την ενσωμάτωση των συμπερασμάτων που προέκυψαν, προτείνοντας μία ολοκληρωμένη πρόταση στρατηγικής βελτίωσης του συστήματος ελέγχου και εποπτείας, με παράλληλη ανάπτυξη μηχανισμών πρόληψης και καταστολής.

Κυρίες και κύριοι,
Κλείνοντας θέλω να επισημάνω ότι ο ΣΕΒ έχει τεθεί διαχρονικά στην πρωτοπορία της υπεύθυνης επιχειρηματικότητας, υιοθετώντας κώδικες αρχών και ενθαρρύνοντας την εθελοντική δέσμευση των μελών του σε όλους τους άξονες της επιχειρηματικής υπευθυνότητας: την εταιρική διακυβέρνηση, την εταιρική κοινωνική ευθύνη και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Σε συνεργασία με τους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους συμμετέχει, ο ΣΕΒ υποστηρίζει την προοπτική της ολοκληρωμένης κοινωνικής λογοδοσίας, μέσω της ενσωμάτωσης των περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων της επιχειρηματικής δραστηριότητας στους οικονομικούς απολογισμούς, κάτι που θα συνιστά και υποχρέωση, για τις μεγάλες τουλάχιστον εισηγμένες, ήδη από το επόμενο έτος.

Με την ίδρυση του Συμβουλίου για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, τη συμμετοχή του ως ιδρυτικού μέλους στο Ελληνικό Δίκτυο για την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη, καθώς και στη Συντονιστική Γραμματεία του Ελληνικού Δικτύου του Οικουμενικού Συμφώνου του ΟΗΕ, ο ΣΕΒ αποτελεί σήμερα το βασικό συντελεστή επιχειρηματικότητας που μεριμνά όχι μόνο για οικονομική ανάπτυξη αλλά και για κοινωνική συνοχή και περιβαλλοντική φροντίδα.

Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο συστηματικός, εμπεριστατωμένος και χωρίς προκαταλήψεις διάλογος και η συνεργασία των επιχειρήσεων με τη διοίκηση και την κοινωνία των πολιτών είναι μονόδρομος για την εμπέδωση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και την επίτευξη του κοινού στόχου όλων μας, που είναι η βιώσιμη ανάπτυξη.