Πράσινη ανάπτυξη & ESG διαμορφώνουν το νέο επιχειρηματικό περιβάλλον - Συνέντευξη κ. Κωνσταντίνου Κωνσταντίνου, Γενικού Διευθυντή Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, στο περιοδικό ESG+, 20/12/2021

Η περιβαλλοντική ατζέντα και η ανάγκη αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αποτελεί σταθερή προτεραιότητα του Συμβουλίου ΣΕΒ για την Βιώσιμη Ανάπτυξη. ‘Όπως τονίζει στο ESG+ o κ. Κωνσταντίνου η πράσινη ανάπτυξη συμβάλλει καίρια στη δημιουργία ενός επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος, με προοπτική και ανθεκτικότητα.

 
1. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια πρόκληση για την κοινωνία αλλά και την οικονομία. Πώς αντιμετωπίζετε στον ΣΕΒ αυτή την πρόκληση;
 
Η ατζέντα της κλιματικής αλλαγής αποτελεί σταθερή προτεραιότητα, γεγονός που επιβεβαιώνεται από σειρά έγκαιρων παρεμβάσεων του Συμβουλίου ΣΕΒ για την Βιώσιμη Ανάπτυξη. Το 2009 υλοποιήθηκε ανοικτή εκδήλωση με θέμα «Βιώσιμη Ανάπτυξη και Κλιματική Αλλαγή» και κεντρικό ομιλητή τον Sir Nicholas Stern. Το 2010 ακολούθησε το Συμπόσιο με θέμα «Ενεργειακά Αποδοτικά κτίρια», ενώ ήδη το 2011, παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα μελέτης για τις προοπτικές μείωσης των Αερίων του Θερμοκηπίου στην Ελλάδα (ΑτΘ). Τα παραπάνω, είναι απτά παραδείγματα δράσεων που είχαν στόχο να φέρουν πολύ έγκαιρα στον δημόσιο διάλογο και στην προσοχή της επιχειρηματικής κοινότητας την κλιματική αλλαγή.
 
Πεποίθησή μας παραμένει ότι η πράσινη ανάπτυξη συμβάλλει καίρια στη δημιουργία ενός επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος, με προοπτική και ανθεκτικότητα. Μαζί με την καινοτομία, την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, συνθέτουν σήμερα τα κύρια συστατικά για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και την απαραίτητη βάση προσέγγισης επιχειρηματικότητας και κοινωνίας.
 
2. Πώς επηρεάζεται η Ελληνική επιχειρηματικότητα από τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον αλλά και στην Ευρώπη, με την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία;
 
Στην Ευρώπη, παρότι οι εκπομπές ΑτΘ είναι το 8% των παγκόσμιων, λειτουργεί από το 2005 ο πλέον δοκιμασμένος, αξιόπιστος και αποτελεσματικός μηχανισμός για την τιμολόγηση του ανθρακικού αποτυπώματος και την μείωση των εκπομπών. Σε συνδυασμό με την πρόσφατη πρόταση αναθεώρησης δεκατριών πολιτικών, που αποσκοπούν στην υλοποίηση του στόχου μείωσης των εκπομπών αυτών κατά 55% ως το 2030 (fit for 55), η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί παγκόσμιο υπόδειγμα τήρησης των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει από την Συμφωνία του Παρισιού.
 
Όμως, άλλες μεγάλες οικονομίες με σημαντικά ποσοστά στις παγκόσμιες εκπομπές ΑτΘ δεν ανταποκρίνονται στον ίδιο βαθμό και με την ίδια ταχύτητα. Όσο παραμένει διαφορά στο κόστος άνθρακα μεταξύ παραγωγών εντός και εκτός Ε.Ε. είναι κρίσιμο να διασφαλιστεί στην μετάβαση η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν το κόστος υλοποίησης των κλιματικών δεσμεύσεων.
 
Ο κίνδυνος «διαρροής άνθρακα», δηλαδή ο κίνδυνος μεταφοράς επενδυτικών δραστηριοτήτων σε περιοχές χωρίς (ή με μικρότερες) κλιματικές απαιτήσεις, στον οποίο ως χώρα είμαστε ιδιαίτερα εκτεθειμένοι λόγω γεωγραφικής θέσης είναι υπαρκτός. Το κόστος άνθρακα έχει υπερδιπλασιαστεί τα τελευταία δυο χρόνια, εντείνοντας την ανάγκη αντίμετρων ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αυτός να γίνει πραγματικότητα με σημαντικές οικονομικές, κοινωνικές αλλά και τελικά περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
 
Το ερώτημα δεν βρίσκεται λοιπόν στο αν θα πρέπει να υλοποιηθεί η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, αλλά στο πώς θα γίνει αυτό. Στόχος των δράσεών μας είναι να αποτελέσουν όχι μόνο απάντηση στην κλιματική απειλή, αλλά να λειτουργήσουν προς όφελος μιας συμπεριληπτικής, μακροχρόνιας βιώσιμης ανάπτυξης στην οποία η επιχειρηματικότητα είναι μέρος της λύσης. Ρόλος μας είναι να συμβάλλουμε ώστε να γίνουν πράξη και στην χώρα μας οι τομές που απαιτούνται στον τρόπο που Πολιτεία, επιχειρηματικότητα αλλά και κοινωνία αντιλαμβάνονται και συνδιαμορφώνουν μέσω των επιλογών τους την μετάβαση στη νέα πραγματικότητα.
 
3. Οι μεγάλες εισηγμένες επιχειρήσεις αλλά και οι μη εισηγμένες θα πρέπει να αποκτήσουν στρατηγική ESG. Σε τι βαθμό είναι έτοιμες και πως θα επηρεαστεί θετικά ή αρνητικά η ανταγωνιστικότητα τους;
 
Η δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών στους τρεις πυλώνες «Περιβάλλον», «Κοινωνία» και «Διακυβέρνηση» (ESG) αποτελεί πλέον απαίτηση για περισσότερες επιχειρήσεις, μέσω της ευρωπαϊκής Οδηγίας για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες, θέτοντας πιο εξειδικευμένες απαιτήσεις ως προς την αναφορά και την εξακρίβωση των στοιχείων.
 
Αρκετές επιχειρήσεις και στην χώρα μας διαθέτουν πολυετή εμπειρία στη δημοσιοποίηση μη χρηματοοικονομικών στοιχείων, όμως η διεύρυνση σε σχεδόν πενταπλάσιο αριθμό, σύμφωνα με εκτιμήσεις της E.E., συνιστά αδιαμφισβήτητα μια πρόκληση.
 
Αποτελεί πραγματικότητα ότι η συλλογή, επιβεβαίωση και δημοσιοποίηση δεδομένων ESG δεν είναι απλή διαδικασία. Ενέχει διαχειριστικό κόστος, αλλά και την «ανασφάλεια» της δημόσιας δέσμευσης και λογοδοσίας για βελτίωση, η οποία σε περιόδους έντονης μεταβλητότητας από εξωγενείς παράγοντες, όπως η τωρινή, είναι κατανοητή. Επιπλέον, παράγοντας ανησυχίας είναι ο απαιτούμενος όγκος και το είδος της παρεχόμενης πληροφορίας. Πόσα στοιχεία και σε ποιο βαθμό λεπτομέρειας είναι αρκετά, αποτελούν ερωτήματα που απασχολούν ακόμα και πιο ώριμες επιχειρήσεις.
 
Χρυσός κανόνας δεν υπάρχει. Υπάρχουν όμως τρία βασικά δεδομένα τα οποία η κάθε επιχείρηση θα πρέπει να λάβει υπόψιν της σταθμίζοντας παραμέτρους, όπως το μέγεθος, το εύρος δραστηριότητας και τα επιχειρηματικά της σχέδια για το μέλλον.
 
Πρώτον, το γεγονός ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον για εταιρείες που εφαρμόζουν με συνέπεια κριτήρια ESG αυξάνεται εκθετικά. Στην εκτίμηση ρίσκου τους, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καθιστούν πλέον εμφανές ότι η απόφασή τους δεν συναρτάται μόνο με το χρόνο απόσβεσης και τα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησης, αλλά συνδέεται και με την έκθεσή της σε καίρια περιβαλλοντικά και κοινωνικά ζητήματα. Στην ετήσια έκδοση του World Economic Forum «Global Risks Report», άλλωστε, τα θέματα κλίματος, βιοποικιλότητας και φυσικών πόρων βρίσκονται σταθερά πλέον στην κορυφή της αξιολόγησης, ως οι πιο κρίσιμοι και πιο πιθανοί κίνδυνοι.
 
Δεύτερον, η αξιοποίηση κριτηρίων ESG ως μια διαδικασία αυτοελέγχου και αυτορρύθμισης με προφανή τα πλεονεκτήματα στην βελτιστοποίηση παραγωγικών διεργασιών, εσωτερικής οργάνωσης, αλλά και αποτελεσματικότερου ελέγχου των κινδύνων συμμόρφωσης που μπορούν να επηρεάσουν ή ακόμα και να διακόψουν (έστω παροδικά), πλήρως ή μερικώς, την λειτουργία της.
 
Τρίτον, η συνεπαγόμενη βελτίωση των σχέσεων με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη που αποτελεί πολύτιμο κεφάλαιο εμπιστοσύνης σε περιόδους μεταβλητότητας, παρακαταθήκη εταιρικής φήμης, στοιχείο διατήρησης, αλλά και προσέλκυσης ταλέντων, καθώς και κριτήριο επιλογής από την νέα γενιά καταναλωτών που λαμβάνουν υπόψιν τους τέτοια κριτήρια.
 
Η πραγματική ευκαιρία στα κριτήρια ESG είναι να προωθήσουν στην πράξη επενδύσεις προς την βιώσιμη ανάπτυξη της επιχείρησης και να αποτελέσουν εργαλείο των διοικήσεων που καλούνται να λάβουν αποφάσεις σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης αβεβαιότητας και πολυπλοκότητας. Υπό την προϋπόθεση αυτή, μόνο θετική μπορεί να είναι η επίδρασή τους στην ανταγωνιστικότητα σήμερα και στο μέλλον.